νυχτερίδα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | νυχτερίδα | οι | νυχτερίδες |
| γενική | της | νυχτερίδας | των | νυχτερίδων |
| αιτιατική | τη | νυχτερίδα | τις | νυχτερίδες |
| κλητική | νυχτερίδα | νυχτερίδες | ||
| Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- νυχτερίδα < αρχαία ελληνική νυκτερίς < επίθετο νύκτερος
Συγγενικά
-
νυχτερίδα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
νυχτερίδα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.
