νουμηνία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | νουμηνία | οι | νουμηνίες |
| γενική | της | νουμηνίας | των | νουμηνιών |
| αιτιατική | τη | νουμηνία | τις | νουμηνίες |
| κλητική | νουμηνία | νουμηνίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- νουμηνία < αρχαία ελληνική νουμηνία
Ουσιαστικό
νουμηνία θηλυκό
Μεταφράσεις
νουμηνία
|
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | νουμηνίᾱ | αἱ | νουμηνίαι |
| γενική | τῆς | νουμηνίᾱς | τῶν | νουμηνιῶν |
| δοτική | τῇ | νουμηνίᾳ | ταῖς | νουμηνίαις |
| αιτιατική | τὴν | νουμηνίᾱν | τὰς | νουμηνίᾱς |
| κλητική ὦ! | νουμηνίᾱ | νουμηνίαι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | νουμηνίᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | νουμηνίαιν | ||
| Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||||
| 1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.