κατάσκιος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | κατάσκιος | η | κατάσκια | το | κατάσκιο |
| γενική | του | κατάσκιου | της | κατάσκιας | του | κατάσκιου |
| αιτιατική | τον | κατάσκιο | την | κατάσκια | το | κατάσκιο |
| κλητική | κατάσκιε | κατάσκια | κατάσκιο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | κατάσκιοι | οι | κατάσκιες | τα | κατάσκια |
| γενική | των | κατάσκιων | των | κατάσκιων | των | κατάσκιων |
| αιτιατική | τους | κατάσκιους | τις | κατάσκιες | τα | κατάσκια |
| κλητική | κατάσκιοι | κατάσκιες | κατάσκια | |||
| ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- κατάσκιος < αρχαία ελληνική κατάσκιος < κατά- + σκιά
Προφορά
- ΔΦΑ : /kaˈta.scos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τά‐σκιος
παλιότερη προφορά:
- ΔΦΑ : /kaˈta.sci.os/
- παλιότερος συλλαβισμός : κα‐τά‐σκι‐ος
Συνώνυμα
Συγγενικά
- κατασκιάζω
- → δείτε τις λέξεις κατά και σκιά
Μεταφράσεις
Πηγές
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .}
Αρχαία ελληνικά (grc)
→ ζητούμενο λήμμα
Πηγές
- κατάσκιος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κατάσκιος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.