ηλεκτρονικός υπολογιστής
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ηλεκτρονικός υπολογιστής < ηλεκτρονικός & υπολογιστής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική electronic computer
Πολυλεκτικός όρος
ηλεκτρονικός υπολογιστής αρσενικό (συντομογραφία: Η/Υ)
- (πληροφορική) (αρκτικόλεξο Η/Υ) συσκευή κατασκευασμένη από ηλεκτρονικά, ηλεκτρικά ή μηχανικά συστήματα ή στοιχεία ή συνδυασμό τους που σκοπό έχει να εκτελεί αυτόματα υπολογισμούς ή άλλες εργασίες (π.χ. αρχειοθέτηση, επεξεργασία αιτήσεων, διευθέτηση, δρομολόγηση ή αναμετάδοση μηνυμάτων ή σημάτων κλπ.) κατόπιν κατάλληλου προγραμματισμού [1]
Συνώνυμα
- ηλεκτρονικός εγκέφαλος
Μεταφράσεις
ηλεκτρονικός υπολογιστής
|
Αναφορές
- Άγγελος Κυρίτσης, Πώς Λειτουργεί ο Υπολογιστής, Απλά και Κατανοητά, από pcsteps.gr. Δημοσίευση 2014-02-18. Αρχειοθέτηση 2019-09-01. Προσπέλαση 2020-08-17.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.