εδαφομεταφερόμενος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | εδαφομεταφερόμενος | η | εδαφομεταφερόμενη | το | εδαφομεταφερόμενο |
| γενική | του | εδαφομεταφερόμενου | της | εδαφομεταφερόμενης | του | εδαφομεταφερόμενου |
| αιτιατική | τον | εδαφομεταφερόμενο | την | εδαφομεταφερόμενη | το | εδαφομεταφερόμενο |
| κλητική | εδαφομεταφερόμενε | εδαφομεταφερόμενη | εδαφομεταφερόμενο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | εδαφομεταφερόμενοι | οι | εδαφομεταφερόμενες | τα | εδαφομεταφερόμενα |
| γενική | των | εδαφομεταφερόμενων | των | εδαφομεταφερόμενων | των | εδαφομεταφερόμενων |
| αιτιατική | τους | εδαφομεταφερόμενους | τις | εδαφομεταφερόμενες | τα | εδαφομεταφερόμενα |
| κλητική | εδαφομεταφερόμενοι | εδαφομεταφερόμενες | εδαφομεταφερόμενα | |||
| ομάδα 'εισαγόμενος', Κατηγορία όπως «εισαγόμενος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- εδαφομεταφερόμενος < έδαφ(ος) + -ο- + μεταφερόμενος, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική ground-borne, κατά το αερομεταφερόμενος (airborne)(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Προφορά
- ΔΦΑ : /e.ða.fo.me.ta.feˈɾo.me.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐δα‐φο‐με‐τα‐φε‐ρό‐με‐νος
Επίθετο
εδαφομεταφερόμενος, -η, -ο
- (νεολογισμός, ακουστική, μηχανική) που μεταφέρεται μέσα από το έδαφος, δια του εδάφους
- ※ Το πρόβλημα από το τραμ, είναι λίγο πολύ το ίδιο. Πρόκειται για αερομεταφερόμενο θόρυβο, ένα θόρυβο δηλαδή, που προέρχεται απευθείας από την κοντινότερη επιφάνεια που συνδέεται με το κτίριο αλλά και για εδαφομεταφερόμενο - δομόφερτο θόρυβο, λόγω των δονήσεων που πηγαίνουν στο έδαφος, στα θεμέλια και στο κτίριο.
- Patrick Vanhonacker, Αερομεταφερόμενος και εδαφομεταφερόμενος θόρυβος από τη λειτουργία συστημάτων LRT σε αστικές περιοχές (Πρόβλεψη - λογισμικά - μέτρα μείωσης), Τεχνικά Χρονικά, Μάρτιος-Απρίλιος 2005, σελ. 1
- ※ Σε περίπτωση χρήσης σταθερών μηχανολογικών εγκαταστάσεων που λόγω λειτουργικών χαρακτηριστικών προξενούν κραδασμούς ή δονήσεις, αυτές πρέπει να εδράζονται σε αντικραδασμικά πέλματα ή σε ειδικές ελαστικές αντιδονητικές στρώσεις προς αποφυγή σχετικών οχλήσεων και διάδοσης εδαφομεταφερόμενου θορύβου.
- Κοινή Υπουργική Απόφαση 93620 ΕΞ 2019 - Έγκριση χωρικής οργάνωσης της Ζώνης Ανάπτυξης Α-A1 «Γειτονιά Τουρισμού-Αναψυχής και Επιχειρηματικού Πάρκου» του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσμά και των περιβαλλοντικών όρων αυτής, ΦΕΚ 3347/Β/29-8-2019
- ※ Σύμφωνα με την εκτίμηση που έδωσε, [...], ο μηχανικός Κ. Π., ο ήχος είναι κτυπογενής, χαμηλής συχνότητας, μεταλλικός, ακαθόριστης περιοδικότητας και εδαφομεταφερόμενος.
- Θεσσαλονίκη – Εντοπίστηκε η προέλευση του μυστηριώδους ήχου, Το Βήμα, 18 Ιανουαρίου 2022
- ※ Το πρόβλημα από το τραμ, είναι λίγο πολύ το ίδιο. Πρόκειται για αερομεταφερόμενο θόρυβο, ένα θόρυβο δηλαδή, που προέρχεται απευθείας από την κοντινότερη επιφάνεια που συνδέεται με το κτίριο αλλά και για εδαφομεταφερόμενο - δομόφερτο θόρυβο, λόγω των δονήσεων που πηγαίνουν στο έδαφος, στα θεμέλια και στο κτίριο.
Μεταφράσεις
εδαφομεταφερόμενος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.