ασιατικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ασιατικός | η | ασιατική | το | ασιατικό |
| γενική | του | ασιατικού | της | ασιατικής | του | ασιατικού |
| αιτιατική | τον | ασιατικό | την | ασιατική | το | ασιατικό |
| κλητική | ασιατικέ | ασιατική | ασιατικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ασιατικοί | οι | ασιατικές | τα | ασιατικά |
| γενική | των | ασιατικών | των | ασιατικών | των | ασιατικών |
| αιτιατική | τους | ασιατικούς | τις | ασιατικές | τα | ασιατικά |
| κλητική | ασιατικοί | ασιατικές | ασιατικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- ασιατικός < ελληνιστική κοινή Ἀσιατικός. Συγχρονικά αναλύεται σε Ασιάτ(ης) + -ικός
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.si.a.tiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐σι‐α‐τι‐κός
Επίθετο
ασιατικός -ή -ό
- που ανήκει ή αφορά στην Ασία
- ※ H ποίηση, ο λυρισμός, ο έρωτας και η αλληγορία, δηλαδή ο ασιατικός κινηματογράφος, έδρεψε τα βραβεία του 43ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου.
- Μ. Κατσουνάκη, Ο ασιατικός κινηματογράφος έδρεψε δάφνες, Η Καθημερινή, 19 Νοεμβρίου 2002
- ※ H ποίηση, ο λυρισμός, ο έρωτας και η αλληγορία, δηλαδή ο ασιατικός κινηματογράφος, έδρεψε τα βραβεία του 43ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου.
Μεταφράσεις
ασιατικός
|
Πηγές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998), λήμμα: Ασία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.