Παλλήνη
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Παλλήνη | ||
| γενική | της | Παλλήνης | ||
| αιτιατική | την | Παλλήνη | ||
| κλητική | Παλλήνη | |||
| Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Παλλήνη < αρχαία ελληνική Παλλήνη[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /paˈli.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Παλ‐λή‐νη
Κύριο όνομα
Παλλήνη θηλυκό
Συγγενικά
Αναφορές
- Καιροφύλας, Γιάννης (1995). Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων. Αθήνα: Φιλιππότης. ISBN 9789602950746.
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | Παλλήνη | αἱ | Παλλῆναι |
| γενική | τῆς | Παλλήνης | τῶν | Παλληνῶν |
| δοτική | τῇ | Παλλήνῃ | ταῖς | Παλλήναις |
| αιτιατική | τὴν | Παλλήνην | τὰς | Παλλήνᾱς |
| κλητική ὦ! | Παλλήνη | Παλλῆναι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Παλλήνᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Παλλήναιν | ||
| 1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Παλλήνη < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
Παλλήνη θηλυκό
Συγγενικά
Πηγές
- Παλλήνη - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Παλλήνη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.