Εύξεινος Πόντος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Εύξεινος Πόντος | ||
| γενική | του | Εύξεινου Πόντου Ευξείνου Πόντου | ||
| αιτιατική | τον | Εύξεινο Πόντο | ||
| κλητική | Εύξεινε Πόντε | |||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Δορυφορική φωτογραφία του Εύξεινου Πόντου
Ετυμολογία
- Εύξεινος Πόντος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Εὔξεινος Πόντος κυριολεκτικά: φιλόξενος πόντος (ευφημισμός) [1] Δείτε τις αρχαίες λέξεις εὔξεινος, ἄξεινος και πόντος
- Δείτε στα μεσαιωνικά και νέα ελληνικά: Μαύρη Θάλασσα
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈef.ksi.nos ˈpon.dos/
Κύριο όνομα
Εύξεινος Πόντος αρσενικό
- εσωτερική θάλασσα μεταξύ της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μικράς Ασίας. Συνδέεται με τη Μεσόγειο Θάλασσα μέσω του Βοσπόρου και της Θάλασσας του Μαρμαρά, και με την Αζοφική μέσω του Ισθμού του Κερτς
- ※ O Εύξεινος Πόντος υπήρξε από την αρχαιότητα περιοχή πυκνής ελληνικής εγκατοίκησης. Εκτός από το πλήθος των παροικιών υπήρχαν και δύο σημαντικές μητροπολιτικές περιοχές των Ελλήνων: ο μικρασιατικός Πόντος και η Κριμαία.
- «Φιλική Εταιρεία» και Εύξεινος Πόντος, Η Καθημερινή, 25 Μαρτίου 2004
- ※ O Εύξεινος Πόντος υπήρξε από την αρχαιότητα περιοχή πυκνής ελληνικής εγκατοίκησης. Εκτός από το πλήθος των παροικιών υπήρχαν και δύο σημαντικές μητροπολιτικές περιοχές των Ελλήνων: ο μικρασιατικός Πόντος και η Κριμαία.
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
Εύξεινος Πόντος
|
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.