Βέλγιο

Η σημαία του Βελγίου

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική το Βέλγιο
      γενική του Βελγίου
& Βέλγιου
    αιτιατική το Βέλγιο
     κλητική Βέλγιο
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η θέση του Βελγίου στην Ευρώπη

Ετυμολογία

Βέλγιο < γαλλική Belgique < λατινική Belgium[1] < Gallia Belgica < Belgae (Βέλγοι), μια φυλή που κατοικούσε σε αυτή τη περιοχή

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈvel.ʝi.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βέλγιο

Κύριο όνομα

Βέλγιο ουδέτερο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.