Αριθμοί

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Αριθμοί < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή Ἀριθμοί (Παλαιά Διαθήκη)

Ουσιαστικό

Αριθμοί αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

Σημειώσεις

  • οι Αριθμοί περιλαμβάνονται στα λεγόμενα πρωτοκανονικά βιβλία.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.