zip
Αγγλικά (en)
| ενικός | πληθυντικός |
| zip | zips |
Προφορά
- ΔΦΑ : /zɪp/
- ⓘ
Ουσιαστικό
zip (en)
- (ενδυμασία, βρετανικό) το φερμουάρ
- (πληροφορική, λογισμικό, ανεπίσημο) το αρχείο συμπίεσης
- ≈ συνώνυμα: zip file
- (ανεπίσημο) η ενέργεια ή η ταχύτητα
- (ΗΠΑ, αργκό) τίποτα
- ↪ I know zip about Maths.
- Δεν ξέρω τίποτα από Μαθηματικά.
- ↪ I know zip about Maths.
- ο υψίσυχνος ήχος από ένα αντικείμενο που μετακινείται ταχύτατα (στον αέρα)
- ≈ συνώνυμα: wizz, zing
- η διαδρομή σε εναέρια τροχαλία
- ≈ συνώνυμα: zipline
Ρήμα
| ενεστώτας | zip |
| γ΄ ενικό ενεστώτα | zips |
| αόριστος | zipped |
| παθητική μετοχή | zipped |
| ενεργητική μετοχή | zipping |
zip (en)
- (μεταβατικό) κλείνω με φερμουάρ, κουμπώνω
- ≈ συνώνυμα: zip up (phrasal)
- (μεταβατικό, μεταφορικά) βουλώνω
- ↪ Zip it! - Βούλωσέ το!
- (μεταβατικό, πληροφορική, λογισμικό) συμπιέζω
- (μεταβατικό) το να κινείται κάτι ταχέως (σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση ή μέρος) προκαλώντας έναν υψίσυχνο ήχο
- (μεταβατικό) κάνω κάτι να κουνιέται γρήγορα
- το να ανεβαίνεις σε εναέρια τροχαλία
Πηγές
- zip - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- zip - Cambridge Dictionary online
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.