-χρωμος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -χρωμος η -χρωμη το -χρωμο
      γενική του -χρωμου της -χρωμης του -χρωμου
    αιτιατική τον -χρωμο τη(ν) -χρωμη το -χρωμο
     κλητική -χρωμε -χρωμη -χρωμο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -χρωμοι οι -χρωμες τα -χρωμα
      γενική των -χρωμων των -χρωμων των -χρωμων
    αιτιατική τους -χρωμους τις -χρωμες τα -χρωμα
     κλητική -χρωμοι -χρωμες -χρωμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

-χρωμος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -χρωμος < χρῶμ(α) + -ος[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /xɾo.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -χρωμος

Επίθημα

-χρωμος, -η, -ο

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -χρωμος στο Βικιλεξικό

Αναφορές

Πηγές

  • -χρωμος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)



Αρχαία ελληνικά (grc)

ζητούμενο λήμμα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.