-ληπτος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | -ληπτος | η | -ληπτη | το | -ληπτο |
| γενική | του | -ληπτου | της | -ληπτης | του | -ληπτου |
| αιτιατική | τον | -ληπτο | τη(ν) | -ληπτη | το | -ληπτο |
| κλητική | -ληπτε | -ληπτη | -ληπτο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | -ληπτοι | οι | -ληπτες | τα | -ληπτα |
| γενική | των | -ληπτων | των | -ληπτων | των | -ληπτων |
| αιτιατική | τους | -ληπτους | τις | -ληπτες | τα | -ληπτα |
| κλητική | -ληπτοι | -ληπτες | -ληπτα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- -ληπτος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ληπτος < λαμβάνω[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /li.ptos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -λη‐πτος
Επίθημα
-ληπτος
- β’ συνθετικό που δείχνει ότι η σύνθετη λέξη έχει τη σημασία πως κάτι έχει ληφθεί ή καταληφθεί απ’ αυτό που εκφράζει το α’ συνθετικό
Σύνθετα
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ληπτος στο Βικιλεξικό
Μεταφράσεις
-ληπτος
|
|
Αναφορές
- "-ληπτος" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.