συναξάρι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | συναξάρι | τα | συναξάρια |
| γενική | του | συναξαριού | των | συναξαριών |
| αιτιατική | το | συναξάρι | τα | συναξάρια |
| κλητική | συναξάρι | συναξάρια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- συναξάρι < μεσαιωνική ελληνική συναξάριον[1] [2] [3] < ελληνιστική κοινή σύναξις < αρχαία ελληνική συνάγω < σύν + ἄγω
Ουσιαστικό
συναξάρι ουδέτερο
Συγγενικά
- συναξαριστής
- → δείτε τις λέξεις συνάγω και άγω
-
συναξάρι στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
συναξάρι
Αναφορές
- συναξάρι - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- συναξάρι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- συναξάρι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.