μῦθος
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | μῦθος | οἱ | μῦθοι |
| γενική | τοῦ | μύθου | τῶν | μύθων |
| δοτική | τῷ | μύθῳ | τοῖς | μύθοις |
| αιτιατική | τὸν | μῦθον | τοὺς | μύθους |
| κλητική ὦ! | μῦθε | μῦθοι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | μύθω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | μύθοιν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- μῦθος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *mēwdʰ- (ή προελληνική ) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
μῦθος αρσενικό
Εκφράσεις
Παράγωγα
- μυθο- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα μυθο- στο Βικιλεξικό
και
- (Χρειάζεται κεντρικό ετυμολογία πεδίο)
Απόγονοι
μῦθος (αρχαία ελληνικά)
Πηγές
- μῦθος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- μῦθος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.