βραδύπους
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | βραδύπους | οι | βραδύποδες |
| γενική | του | βραδύποδος | των | βραδυπόδων |
| αιτιατική | τον | βραδύποδα | τους | βραδύποδες |
| κλητική | βραδύπους | βραδύποδες | ||
| Λόγια κλίση. Δείτε και «ο βραδύποδας» | ||||
| Κατηγορία όπως «βραδύπους» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Ετυμολογία
- βραδύπους < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική βραδύπους (επίθετο). Μορφολογικά αναλύεται σε βραδύ- + -πους
- Και ουσιαστικοποιημένο. Για τη ζωολογία, (σημασιολογικό δάνειο) διαγλωσσική ορολογία Bradypus.
Επίθετο
βραδύπους, -ους, -ουν [1]
- αργοκίνητος, που περπατάει αργά
- ζωολογία, ταξινομικό επίθετο) που έχει τα χαρακτηριστικά των ζώων που ανήκουν στο γένος: Βραδύπους (Bradypus)
Μεταφράσεις
βραδύπους
|
Πηγές
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Αρχαία ελληνικά (grc)
| → γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ/ἡ | βραδύπους | τὸ | βραδύπουν | ||
| γενική | τοῦ/τῆς | βραδύποδος | τοῦ | βραδύποδος | ||
| δοτική | τῷ/τῇ | βραδύπόδῐ | τῷ | βραδύποδῐ | ||
| αιτιατική | τὸν/τὴν | βραδύποδᾰ | τὸ | βραδύπουν | ||
| κλητική ὦ! | βραδύπους | βραδύπουν | ||||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | οἱ/αἱ | βραδύποδες | τὰ | βραδύποδᾰ | ||
| γενική | τῶν | βραδυπόδων | τῶν | βραδυπόδων | ||
| δοτική | τοῖς/ταῖς | βραδύποσῐ(ν) | τοῖς | βραδύποσῐ(ν) | ||
| αιτιατική | τοὺς/τὰς | βραδύποδᾰς | τὰ | βραδύποδᾰ | ||
| κλητική ὦ! | βραδύποδες | βραδύποδᾰ | ||||
| δυϊκός | ||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | βραδύποδε | τὼ | βραδύποδε | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | βραδυπόδοιν | τοῖν | βραδυπόδοιν | ||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'ταχύπους' όπως «ταχύπους» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- βραδύπους < βραδύ- + -πους
Πηγές
- βραδύπους - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- βραδύπους - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- βραδύπους - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.