βαθυπελαγικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | βαθυπελαγικός | η | βαθυπελαγική | το | βαθυπελαγικό |
| γενική | του | βαθυπελαγικού | της | βαθυπελαγικής | του | βαθυπελαγικού |
| αιτιατική | τον | βαθυπελαγικό | τη | βαθυπελαγική | το | βαθυπελαγικό |
| κλητική | βαθυπελαγικέ | βαθυπελαγική | βαθυπελαγικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | βαθυπελαγικοί | οι | βαθυπελαγικές | τα | βαθυπελαγικά |
| γενική | των | βαθυπελαγικών | των | βαθυπελαγικών | των | βαθυπελαγικών |
| αιτιατική | τους | βαθυπελαγικούς | τις | βαθυπελαγικές | τα | βαθυπελαγικά |
| κλητική | βαθυπελαγικοί | βαθυπελαγικές | βαθυπελαγικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- βαθυπελαγικός < βαθυ- + πελαγικός , ενδεχομένως (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική bathypelagic • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
βαθυπελαγικός, -ή, -ό
-
Θαλάσσια διαστρωμάτωση στη Βικιπαίδεια

- επιπελαγικός - μεσοπελαγικός - βαθυπελαγικός - αβυσσοπελαγικός / αβυσσαίος - πλουτώνιος
Μεταφράσεις
- → δείτε και τη λέξη βαθύβιος
Αναφορές
- Βλ. λήμματα «βαθύβιος» και «βαθυπελαγικός», στο: Επιτροπής Φιλολόγων (χ.χ. [≈1961]), Σύγχρονον λεξικόν της ελληνικής γλώσσης. Αθήνα: Άτλας, σελ. 356, 357.
- Εγκυκλοπαίδεια Britannica, λήμμα bathypelagic zone, ανακτήθηκε στις 6/7/2023
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.