πλουτώνιος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πλουτώνιος η πλουτώνια το πλουτώνιο
      γενική του πλουτώνιου της πλουτώνιας του πλουτώνιου
    αιτιατική τον πλουτώνιο την πλουτώνια το πλουτώνιο
     κλητική πλουτώνιε πλουτώνια πλουτώνιο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πλουτώνιοι οι πλουτώνιες τα πλουτώνια
      γενική των πλουτώνιων των πλουτώνιων των πλουτώνιων
    αιτιατική τους πλουτώνιους τις πλουτώνιες τα πλουτώνια
     κλητική πλουτώνιοι πλουτώνιες πλουτώνια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

πλουτώνιος < Πλούτων + -ιος  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Επίθετο

πλουτώνιος, -α, -ο

  1. που έχει σχέση με τον Πλούτωνα
  2. (θαλάσσια διαστρωμάτωση) σχετικός με τη θαλάσσια ζώνη που βρίσκεται κάτω από τα 6.000 μέτρα (και θεωρητικά μέχρι τα 11.000 μέτρα που είναι και το μέγιστο βάθος της θάλασσας)[1]

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Hadopelagic zone, dictionary.com, ανακτήθηκε στις 6/7/2023
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.