Σολωμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Σολωμός | οι | Σολωμοί |
| γενική | του | Σολωμού | των | Σολωμών |
| αιτιατική | τον | Σολωμό | τους | Σολωμούς |
| κλητική | Σολωμέ | Σολωμοί | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός (κλίση: ναός)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /so.loˈmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σο‐λω‐μός
- ομόηχα: Σολομός, σολομός
Συγγενικά
με το επώνυμο του Διονύσιου Σολωμού:
- αντισολωμικός
- αντισολωμισμός
- μετασολωμικός
- σολωμικός
- σολωμιστής, σολωμίστρια
- προσολωμικός
-
Οικογένεια Σολωμού στη Βικιπαίδεια

-
Διονύσιος Σολωμός στη Βικιπαίδεια
(1798-1857), εθνικός ποιητής της Ελλάδας
Αναφορές
- Shlomo στο αγγλικό Βικιλεξικό
Μεταγραφές
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.