Περικλής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Περικλής | οι | Περικλείς & Περικλήδες ** |
| γενική | του | Περικλή & Περικλέους * |
των | Περικλέων & Περικλήδων |
| αιτιατική | τον | Περικλή | τους | Περικλείς & Περικλήδες |
| κλητική | Περικλή | Περικλείς & Περικλήδες | ||
| * Λόγιος τύπος για τα αρχαία ονόματα και τα ονόματα οδών. ** Οι δεύτεροι τύποι του πληθυντικού, για τα σύγχρονα ονόματα. | ||||
| Κατηγορία όπως «Περικλής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Περικλής < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Περικλῆς. Συγχρονικά αναλύεται σε περι- + -κλής
-
Περικλής στη Βικιπαίδεια
,(490 - 429 π.Χ.) Αθηναίος πολιτικός της κλασικής εποχής
Μεταφράσεις
Περικλής
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.