Μέγαρα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τα | Μέγαρα | ||
| γενική | των | Μεγάρων | ||
| αιτιατική | τα | Μέγαρα | ||
| κλητική | Μέγαρα | |||
| Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Μέγαρα < αρχαία ελληνική Μέγαρα
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈme.ɣa.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μέ‐γα‐ρα
Κύριο όνομα
Μέγαρα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- αρχαία και σύγχρονη πόλη της δυτικής Αττικής
- ※ Τα Μέγαρα, όταν έρχομαι / τα λέω Ελευσίνα / να φτάσω θέλω, βιάζομαι / κοντά σου στην Αθήνα. (Τα Μέγαρα, στίχοι: Θοδωρής Γκόνης, μουσική: Ορφέας Περίδης, εκτέλεση: Μανώλης Λιδάκης, 1998)
Συγγενικά
-
Μέγαρα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Μέγαρα
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |
|---|---|---|
| ονομαστική | τὰ | Μέγαρᾰ |
| γενική | τῶν | Μεγάρων |
| δοτική | τοῖς | Μεγάροις |
| αιτιατική | τὰ | Μέγαρᾰ |
| κλητική ὦ! | Μέγαρᾰ | |
| 2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||
Ετυμολογία
- Μέγαρα < πιθανόν μέγαρον
Πηγές
- Μέγαρα - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Μέγαρα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.