Κινέζος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Κινέζος | οι | Κινέζοι |
| γενική | του | Κινέζου | των | Κινέζων |
| αιτιατική | τον | Κινέζο | τους | Κινέζους |
| κλητική | Κινέζε | Κινέζοι | ||
| Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ciˈne.zos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κι‐νέ‐ζος
Κύριο όνομα
Κινέζος αρσενικό (θηλυκό Κινέζα)
- (εθνικό όνομα) αυτός που κατάγεται από την Κίνα ή έχει κινεζική υπηκοότητα
- (σκωπτικό) ο πολιτικός Κώστας Σημίτης, πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας, λόγω του σχήματος των ματιών του
Εκφράσεις
Μεταφράσεις
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.