-ούμενος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | -ούμενος | η | -ούμενη | το | -ούμενο |
| γενική | του | -ούμενου | της | -ούμενης | του | -ούμενου |
| αιτιατική | τον | -ούμενο | τη(ν) | -ούμενη | το | -ούμενο |
| κλητική | -ούμενε | -ούμενη | -ούμενο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | -ούμενοι | οι | -ούμενες | τα | -ούμενα |
| γενική | των | -ούμενων | των | -ούμενων | των | -ούμενων |
| αιτιατική | τους | -ούμενους | τις | -ούμενες | τα | -ούμενα |
| κλητική | -ούμενοι | -ούμενες | -ούμενα | |||
| ομάδα 'εισαγόμενος', Κατηγορία όπως «εισαγόμενος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- -ούμενος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ούμενος < (Χρειάζεται επεξεργασία) [1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈu.me.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ού‐με‐νος
Επίθημα
-ούμενος, -η, -ο
- κατάληξη σχηματισμού μετοχών παθητικού ενεστώτα ρημάτων σε -ούμαι (ενεργητικός τύπος -ώ της παλιάς κλίσης σε -έω ή -όω)
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
- καλοστεκούμενος
- → δείτε και -άμενος
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ούμενος στο Βικιλεξικό
Αναφορές
- "-ούμενος" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
- -ούμενος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
→ ζητούμενο λήμμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.