-κίνητος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -κίνητος η -κίνητη το -κίνητο
      γενική του -κίνητου της -κίνητης του -κίνητου
    αιτιατική τον -κίνητο τη(ν) -κίνητη το -κίνητο
     κλητική -κίνητε -κίνητη -κίνητο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -κίνητοι οι -κίνητες τα -κίνητα
      γενική των -κίνητων των -κίνητων των -κίνητων
    αιτιατική τους -κίνητους τις -κίνητες τα -κίνητα
     κλητική -κίνητοι -κίνητες -κίνητα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

-κίνητος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -κίνητος[1]

Επίθημα

-κίνητος, -η. -ο

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -κίνητος στο Βικιλεξικό

Αναφορές

Πηγές

  • -κίνητος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.