φιλοσοβιετικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | φιλοσοβιετικός | η | φιλοσοβιετική | το | φιλοσοβιετικό |
| γενική | του | φιλοσοβιετικού | της | φιλοσοβιετικής | του | φιλοσοβιετικού |
| αιτιατική | τον | φιλοσοβιετικό | τη | φιλοσοβιετική | το | φιλοσοβιετικό |
| κλητική | φιλοσοβιετικέ | φιλοσοβιετική | φιλοσοβιετικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | φιλοσοβιετικοί | οι | φιλοσοβιετικές | τα | φιλοσοβιετικά |
| γενική | των | φιλοσοβιετικών | των | φιλοσοβιετικών | των | φιλοσοβιετικών |
| αιτιατική | τους | φιλοσοβιετικούς | τις | φιλοσοβιετικές | τα | φιλοσοβιετικά |
| κλητική | φιλοσοβιετικοί | φιλοσοβιετικές | φιλοσοβιετικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- φιλοσοβιετικός < φιλο- + σοβιετικός
Επίθετο
φιλοσοβιετικός
- παλιότερα, εκείνος που είχε αριστερές αντιλήψεις και που ειδικότερα συμπαθούσε το ΚΚΕ ή είχε την πεποίθηση ότι η Ελλάδα θα βρει στήριξη στο σοβιετικό συνασπισμό και όχι στο ΝΑΤΟ
- το άτομο αλλά και η χώρα που ενέκρινε το σοσιαλιστικό καθεστώς στην ΕΣΣΔ, που συμφωνούσε με την εστωτερική αλλά και την εξωτερική πολιτική που αυτό ακολουθούσε
- η φιλοσοβιετική Κούβα
Μεταφράσεις
φιλοσοβιετικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.