φίλιος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | φίλιος | η | φίλια | το | φίλιο |
| γενική | του | φίλιου | της | φίλιας | του | φίλιου |
| αιτιατική | τον | φίλιο | τη | φίλια | το | φίλιο |
| κλητική | φίλιε | φίλια | φίλιο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | φίλιοι | οι | φίλιες | τα | φίλια |
| γενική | των | φίλιων | των | φίλιων | των | φίλιων |
| αιτιατική | τους | φίλιους | τις | φίλιες | τα | φίλια |
| κλητική | φίλιοι | φίλιες | φίλια | |||
| ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- φίλιος < αρχαία ελληνική φίλιος < φίλος
Επίθετο
φίλιος,α,ο
- ο φίλα προσκείμενος, ο φιλικός, όχι δηλαδή ο εχθρικός
- τα φίλια στρατεύματα
Συνώνυμα
Εκφράσεις
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- φίλιος < φίλος
Επίθετο
φίλιος, φιλία, φίλιον και ο,η φίλιος, το φίλιον συγκριτικός: φιλιώτερος
- φιλικός, συμμαχικός, που ανήκει σε φίλο
- τὸ μέντοι πρεσβείας ἀποπέμπεσθαι καὶ φιλίας καὶ πολεμίας... : από την άλλη, η αποστολή πρεσβειών είτε φιλικών είτε εχθρικών... (Ξεν. Λακεδαιμονίων Πολιτεία 13.10)
- φιλίων καὶ πολεμίων ναυαγίων : συμμαχικά και εχθρικά ναυάγια (πλοίων) (Λυσίας, Ἐπιτάφιος τοῖς Κορινθίων βοηθοῖς, 38)
- που προέρχεται από φίλο
- αγαπητός
- φιλία γυνή/ φίλιον βρέφος
Κλίση
| Πτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| Ονομαστική | ὁ, ἡ φίλιος | τὸ φίλιον | οἱ, αἱ φίλιοι | τὰ φίλια |
| Γενική | τοῦ, τῆς φιλίου | τοῦ φιλίου | τῶν φιλίων | τῶν φιλίων |
| Δοτική | τῷ, τῇ φιλίῳ | τῷ φιλίῳ | τοῖς, ταῖς φιλίοις | τοῖς φιλίοις |
| Αιτιατική | τὸν, τὴν φίλιον | τὸ φίλιον | τοὺς, τὰς φιλίους | τὰ φίλια |
| Κλητική | φίλιε | φίλιον | φίλιοι | φίλια |
| Πτώσεις | Δυικός | |||
| Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | φιλίω | |||
| Γενική-Δοτική | φιλίοιν | |||
Κλήση θηλυκού τύπου "φιλία"
- Ενικός : φιλία, φιλίας, φιλίᾳ, φιλίαν, φιλία
- Πληθ. : φίλιαι, φιλίων, φιλίαις, φιλίας, φίλιαι
- Δυικός : φιλία, φιλίαιν
Εκφράσεις
- Φίλιος Ζεύς : ο Ζεύς ως θεός της φιλίας
Συνώνυμα
Συγγενικά
- φιλίως επίρρημα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.