φίλια πυρά

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φίλια πυρά <  δείτε τις λέξεις φίλιος και πυρ

Έκφραση

φίλια πυρά

  1. (στρατιωτικός όρος) πυροβολισμοί από συμμαχικά στρατεύματα
  2. (μεταφορικά) σκληρή κριτική από άτομο που ανήκει στον ίδιο κοινωνικό, επαγγελματικό ή πολιτικό χώρο

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.