υποτιθέμενος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | υποτιθέμενος | η | υποτιθέμενη | το | υποτιθέμενο |
| γενική | του | υποτιθέμενου | της | υποτιθέμενης | του | υποτιθέμενου |
| αιτιατική | τον | υποτιθέμενο | την | υποτιθέμενη | το | υποτιθέμενο |
| κλητική | υποτιθέμενε | υποτιθέμενη | υποτιθέμενο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | υποτιθέμενοι | οι | υποτιθέμενες | τα | υποτιθέμενα |
| γενική | των | υποτιθέμενων | των | υποτιθέμενων | των | υποτιθέμενων |
| αιτιατική | τους | υποτιθέμενους | τις | υποτιθέμενες | τα | υποτιθέμενα |
| κλητική | υποτιθέμενοι | υποτιθέμενες | υποτιθέμενα | |||
| ομάδα 'εισαγόμενος', Κατηγορία όπως «εισαγόμενος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.po.tiˈθe.me.nos/
Μετοχή
υποτιθέμενος, -η, -ο
- που υποτίθεται ότι…, που μπορεί να τον υποθέσει κάποιος
- ※ επικρατεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι η μπανάνα παχαίνει λόγω των υποτιθέμενων πολλών της θερμίδων (διαδίκτυο, πρόσβαση:2019.04.29.)
Συνώνυμα
Αντώνυμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.