τηλεομοιοτυπία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τηλεομοιοτυπία οι τηλεομοιοτυπίες
      γενική της τηλεομοιοτυπίας των τηλεομοιοτυπιών
    αιτιατική την τηλεομοιοτυπία τις τηλεομοιοτυπίες
     κλητική τηλεομοιοτυπία τηλεομοιοτυπίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τηλεομοιοτυπία < τηλε- + ελληνιστική κοινή ὁμοιότυπος[1] ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική telefacsimile[2])

Προφορά

ΔΦΑ : /ti.le.o.mi.o.tiˈpi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τηλεομοιοτυπία

Ουσιαστικό

τηλεομοιοτυπία θηλυκό

  1. (τεχνολογία, τηλεπικοινωνίες) διαδικασία διακίνησης εγγράφων μέσω τηλεομοιοτυπικών συσκευών
  2. (τεχνολογία, τηλεπικοινωνίες, συνεκδοχικά) τηλεομοιοτυπικό, τηλεομοιότυπο

Συνώνυμα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

  1. τηλεομοιοτυπία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. τηλεομοιοτυπία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.