ραδιογραφία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ραδιογραφία | οι | ραδιογραφίες |
| γενική | της | ραδιογραφίας | των | ραδιογραφιών |
| αιτιατική | τη | ραδιογραφία | τις | ραδιογραφίες |
| κλητική | ραδιογραφία | ραδιογραφίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ραδιογραφία μαρτυρείται από το 1897 ως ῥαδιογραφία [1] < ραδιο- + -γραφία, (λόγιο δάνειο από τη γαλλική radiographie)[2] (νόθο σύνθετο) < radio- < λατινική radius (ακτίνα) + -graphie (αρχαία ελληνική -γραφία < γράφω)[3]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ɾa.ði.o.ɣɾaˈfi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ρα‐δι‐ο‐γρα‐φί‐α
Ουσιαστικό
ραδιογραφία θηλυκό
- (τεχνολογία) απεικόνιση με τη βοήθεια ακτίνων-Χ ή ακτίνων-γ
- συνώνυμο του ραδιοτηλεγραφία [3]
Συγγενικά
- ραδιογράφημα
- ραδιογραφικός
- → και δείτε τις λέξεις ράδιο και γράφω
Μεταφράσεις
ραδιογραφία
|
Αναφορές
- ῥαδιογραφία - σελ. 879, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
- ραδιογραφία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ραδιογραφία - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
επίσης δείτε:
- ραδιογραφία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.