πολεμιστής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | πολεμιστής | οι | πολεμιστές |
| γενική | του | πολεμιστή | των | πολεμιστών |
| αιτιατική | τον | πολεμιστή | τους | πολεμιστές |
| κλητική | πολεμιστή | πολεμιστές | ||
| Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- πολεμιστής < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πολεμιστής[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /po.le.miˈstis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λε‐μι‐στής
Μεταφράσεις
Αναφορές
- πολεμιστής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | πολεμιστής | οἱ | πολεμισταί |
| γενική | τοῦ | πολεμιστοῦ | τῶν | πολεμιστῶν |
| δοτική | τῷ | πολεμιστῇ | τοῖς | πολεμισταῖς |
| αιτιατική | τὸν | πολεμιστήν | τοὺς | πολεμιστᾱ́ς |
| κλητική ὦ! | πολεμιστᾰ́ | πολεμισταί | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πολεμιστᾱ́ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | πολεμισταῖν | ||
| 1η κλίση, Κατηγορία 'ποιητής' όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Πηγές
- πολεμιστής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- πολεμιστής - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.