περιγεγραμμένος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | περιγεγραμμένος | η | περιγεγραμμένη | το | περιγεγραμμένο |
| γενική | του | περιγεγραμμένου | της | περιγεγραμμένης | του | περιγεγραμμένου |
| αιτιατική | τον | περιγεγραμμένο | την | περιγεγραμμένη | το | περιγεγραμμένο |
| κλητική | περιγεγραμμένε | περιγεγραμμένη | περιγεγραμμένο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | περιγεγραμμένοι | οι | περιγεγραμμένες | τα | περιγεγραμμένα |
| γενική | των | περιγεγραμμένων | των | περιγεγραμμένων | των | περιγεγραμμένων |
| αιτιατική | τους | περιγεγραμμένους | τις | περιγεγραμμένες | τα | περιγεγραμμένα |
| κλητική | περιγεγραμμένοι | περιγεγραμμένες | περιγεγραμμένα | |||
| Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- περιγεγραμμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου περιγράφω

κύκλοι περιγεγραμμένοι (2) σε τετράπλευρα
Μετοχή
περιγεγραμμένος, -η, -ο
- που τον έχουμε περιγράψει
- (μαθηματικά) για κύκλο που έχει σχεδιαστεί ώστε να περικλείει ένα πολύγωνο, κατά τρόπο ώστε όλες οι κορυφές του πολυγώνου να είναι και σημεία της περιφέρειας του κύκλου ή για πολύγωνο το οποίο περικλείει πλήρως έναν κύκλο, ο οποίος εφάπτεται σε όλες τις πλευρές του πολυγώνου
Μεταφράσεις
περιγεγραμμένος (επιπεδομετρία)
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.