παρασημαντική

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παρασημαντική οι παρασημαντικές
      γενική της παρασημαντικής των παρασημαντικών
    αιτιατική την παρασημαντική τις παρασημαντικές
     κλητική παρασημαντική παρασημαντικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

παρασημαντική < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή παρασημαντική (εννοείται το ουσιαστικό τέχνη)

Προφορά

ΔΦΑ : /pa.ɾa.si.man.diˈci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: παρασημαντική
ομόηχο: παρασημαντικοί

Ουσιαστικό

παρασημαντική θηλυκό

  • (βυζαντινή μουσική) όρος που χρησιμποιήθηκε για την ονομασία της μουσικής σημειογραφίας της βυζαντινής μουσικής και υμνογραφίας που χρησιμοποιεί νεύματα, ειδικά μουσικά σημάδια

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

παρασημαντική



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική παρασημαντική αἱ παρασημαντικαί
      γενική τῆς παρασημαντικῆς τῶν παρασημαντικῶν
      δοτική τῇ παρασημαντικ ταῖς παρασημαντικαῖς
    αιτιατική τὴν παρασημαντικήν τὰς παρασημαντικᾱ́ς
     κλητική ! παρασημαντική παρασημαντικαί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παρασημαντικᾱ́
γεν-δοτ τοῖν  παρασημαντικαῖν
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

παρασημαντική < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου παρασημαντικός (εννοείται το ουσιαστικό τέχνη)

Ουσιαστικό

παρασημαντική θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

  • (μουσική) μεταγενέστερος όρος για την αρχαία μουσική σημειογραφία που χρησιμοποιούσε ειδικά μουσικά «σημεῖα» που είχαν μορφές ελληνικών κεφαλαίων γραμμάτων για το τονικό ύψος και ειδικά σημάδια για τη ρυθμική αξία και σημειώνονταν πάνω από τα γράμματα των στίχων.
    παρασημαντική [τέχνη] .. το παρασημαίνεσθαι τα μέλη
    Ἀριστόξενος ὁ Ταραντῖνος (370304 πΚΕ), Ἁρμονικὰ στοιχεῖα, Harm.II, 39, 6.@archive.org

Σημειώσεις

  • Ο όρος χρησιμοποιήθηκε αργότερα και για τη βυζαντινή μουσική σημειογραφία, που είχε όμως διαφορετικής μορφής μουσικά σημάδια.

Συγγενικά

 και δείτε τις λέξεις παρασημαίνομαι και σημαίνω

Πηγές

  • παρασημαντικός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
  • Michaelides, Solon (Μιχαηλίδης, Σόλων). The Music of Ancient Greece. An Encyclopaedia. [Η Μουσική της Αρχαίας Ελλάδας.] (στα αγγλικά) Λονδίνο: Faber and Faber, 1978. ISBN: 0 571 10021 X.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.