ουράνιο τόξο

ουράνιο τόξο
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
ουράνιο τόξο ουδέτερο
- πολύχρωμο μετέωρο σε σχήμα αψίδας (τόξο), το οποίο δημιουργείται μετά από βροχή, αν η θέση του ήλιου είναι κατάλληλη. Οφείλεται σε συνδυασμό των φαινομένων του διασκεδασμού και της ολικής εσωτερικής ανάκλασης (του ηλιακού φωτός).
- έχει τα χρώματα του ουράνιου τόξου
Μεταφράσεις
ουράνιο τόξο
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.