λογάριθμος

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Ο ορισμός στην καθομιλουμένη, και επιλογή κάποιας πηγής, από μαθηματικό. Sarri.greek 17:56, 24 Ιουλίου 2021 (UTC).


Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο λογάριθμος οι λογάριθμοι
      γενική του λογάριθμου
& λογαρίθμου
των λογάριθμων
& λογαρίθμων
    αιτιατική τον λογάριθμο τους λογάριθμους
& λογαρίθμους
     κλητική λογάριθμε λογάριθμοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

λογάριθμος < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική logarithm < αρχαία ελληνική λόγος + ἀριθμός

Προφορά

ΔΦΑ : /loˈɣa.ɾi.θmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λογάριθμος
παλιότερος συλλαβισμός: λογάριθμος

Ουσιαστικό

λογάριθμος αρσενικό

  • (μαθηματικά) μέθοδος παρουσίασης και ορισμού ενός αριθμού όπου λογάριθμος είναι o εκθέτης ή δύναμη στην οποία πρέπει να υψωθεί ένας άλλος αριθμός που είναι η βάση μας, για να πάρουμε ως αποτέλεσμα τον ζητούμενο αριθμό
    Παράδειγμα: Έχουμε συγκεκριμένο αριθμό ως βάση το 10. Γυρεύουμε το 1.000. Ο λογάριθμος που χρειαζόμαστε είναι το 3: 103 = 10x10x10 = 1.000
    λογάριθμος ενός αριθμού είναι η δύναμη στην οποία πρέπει να υψωθεί ένας δεδομένος αριθμός (που λέγεται βάση) ώστε να παραχθεί ο αριθμός . Γράφεται: . Μαθηματική διατύπωση: . Εξ ορισμού ισχύει: .
    συντομογραφία: log, (σπάνια στα ελληνικά: λογ)

Σημειώσεις

Συνώνυμα

Συγγενικά

Υπώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.