κακοποιός

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο.
Παρατηρήσεις:  Το ΛΚΝ δείνει -ά / -ός θηλυκό και μάλιστα ως πρώτο τύπο, αλλά ας βρεθεί ένα παράθεμα. Το ΑΛΝΕ δεν έχει -α θηλυκό Sarri.greek  | 13:45, 4 Ιανουαρίου 2022 (UTC)

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κακοποιός η κακοποιός
& κακοποιά
το κακοποιό
      γενική του κακοποιού της κακοποιού
& κακοποιάς
του κακοποιού
    αιτιατική τον κακοποιό την κακοποιό
& κακοποιά
το κακοποιό
     κλητική κακοποιέ κακοποιέ
& κακοποιά
κακοποιό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κακοποιοί οι κακοποιοί
& κακοποιές
τα κακοποιά
      γενική των κακοποιών των κακοποιών των κακοποιών
    αιτιατική τους κακοποιούς τις κακοποιούς
& κακοποιές
τα κακοποιά
     κλητική κακοποιοί κακοποιοί
& κακοποιές
κακοποιά
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «φθοροποιός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

κακοποιός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική κακοποιός. Συγχρονικά αναλύεται σε κακο- + -ποιός

Επίθετο

κακοποιός, -ός\-ά, -ό

  • που προξενεί κακό, εγκληματικός
    οι κακοποιές δυνάμεις, τα κακοποιά στοιχεία, τα κακοποιά πνεύματα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Ουσιαστικό

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η κακοποιός οι κακοποιοί
      γενική του/της κακοποιού των κακοποιών
    αιτιατική τον/την κακοποιό τους/τις κακοποιούς
     κλητική κακοποιέ κακοποιοί
Κατηγορία όπως «γιατρός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

κακοποιός αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Πηγές



Νέα ελληνικά (el)

ζητούμενο λήμμα

Ετυμολογία

κακοποιός < κακο- + -ποιός

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.