θανατερός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | θανατερός | η | θανατερή | το | θανατερό |
| γενική | του | θανατερού | της | θανατερής | του | θανατερού |
| αιτιατική | τον | θανατερό | τη | θανατερή | το | θανατερό |
| κλητική | θανατερέ | θανατερή | θανατερό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | θανατεροί | οι | θανατερές | τα | θανατερά |
| γενική | των | θανατερών | των | θανατερών | των | θανατερών |
| αιτιατική | τους | θανατερούς | τις | θανατερές | τα | θανατερά |
| κλητική | θανατεροί | θανατερές | θανατερά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- θανατερός (μαρτυρείται από το 1756)[1] < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική θανατερός[2] < θανατηρός. Αναλύεται σε θάνατ(ος) + -ερός.
Προφορά
- ΔΦΑ : /θa.na.teˈɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : θα‐να‐τε‐ρός
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
θανατερός
|
→ δείτε τη λέξη θανάσιμος |
Αναφορές
- σελ. 466, Τόμος Α΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
- θανατερός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
- θανατερός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- θανατερός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Πηγές
- θανατερός - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- θανατερός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.