δελτοειδής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | δελτοειδής | η | δελτοειδής | το | δελτοειδές |
| γενική | του | δελτοειδούς* | της | δελτοειδούς | του | δελτοειδούς |
| αιτιατική | τον | δελτοειδή | τη | δελτοειδή | το | δελτοειδές |
| κλητική | δελτοειδή(ς) | δελτοειδής | δελτοειδές | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | δελτοειδείς | οι | δελτοειδείς | τα | δελτοειδή |
| γενική | των | δελτοειδών | των | δελτοειδών | των | δελτοειδών |
| αιτιατική | τους | δελτοειδείς | τις | δελτοειδείς | τα | δελτοειδή |
| κλητική | δελτοειδείς | δελτοειδείς | δελτοειδή | |||
| * Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
| Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- δελτοειδής < ελληνιστική κοινή δελτοειδής < αρχαία ελληνική δέλτα + -ειδής
Πολυλεκτικοί όροι
Μεταφράσεις
Πηγές
- δελτοειδής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.