για
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- για < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική γιά < αρχαία ελληνική διά
Πρόθεση
για
- δηλώνει την αιτία
- ↪ δικάστηκε για κλοπή
- δηλώνει την αναφορά
- ↪ μου μίλησε για ό,τι συνέβη
- δηλώνει το αντάλλαγμα
- ↪ π'οσα θέλεις για το ενοίκιο;
- δηλώνει τον σκοπό
- ↪ πάω για ψώνια
- δηλώνει την διάρκεια
- ↪ φεύγουν για μια βδομάδα
- δηλώνει κίνηση προς έναν τόπο
- ↪ πάμε για πέρα
- ↪ το τρένο φεύγει για Θεσσαλονίκη
- δηλώνει τη διάρκεια χρόνου
- ↪ φυλακίστηκε για πέντε χρόνια
Μόριο
για
- (με προστακτική) δηλώνει αγανάκτηση, απειλή, ειρωνεία, προτροπή, κτλ.
- για έλα εδώ!
- για πες τι ήθελες!
- για πρόσεχε πώς μιλάς!
Σύνδεσμος
για
- ή
- ※ Γιὰ παλαβοὶ εἶστε ἐσεῖς οἱ Ρωμιοὶ κι ἤρτατ' ἐδῶ ν' ἀφτοχτονήσετε, γιὰ ἠλίθιοι εἶστε.
- (Στράτης Μυριβήλης, Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ, β΄ έκδοση, Αθήνα 1930· η ορθογραφία όπως στην έκδοση του 1930)
Μεταφράσεις
για
|
Πηγές
- για - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.