γαλλοτραφείς
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | γαλλοτραφείς | η | γαλλοτραφείσα | το | γαλλοτραφέν |
| γενική | του | γαλλοτραφέντος & γαλλοτραφέντα1 |
της | γαλλοτραφείσας & γαλλοτραφείσης* |
του | γαλλοτραφέντος |
| αιτιατική | τον | γαλλοτραφέντα | τη | γαλλοτραφείσα | το | γαλλοτραφέν |
| κλητική | γαλλοτραφείς | γαλλοτραφείσα | γαλλοτραφέν | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | γαλλοτραφέντες | οι | γαλλοτραφείσες | τα | γαλλοτραφέντα |
| γενική | των | γαλλοτραφέντων | των | γαλλοτραφεισών | των | γαλλοτραφέντων |
| αιτιατική | τους | γαλλοτραφέντες | τις | γαλλοτραφείσες | τα | γαλλοτραφέντα |
| κλητική | γαλλοτραφέντες | γαλλοτραφείσες | γαλλοτραφέντα | |||
| Οι αρχαίες καταλήξεις για τα τρία γένη: -είς -εῖσα, -έν 1 νεότερος τύπος * παλιότερος λόγιος τύπος | ||||||
| ομάδα 'πληγείς', Κατηγορία όπως «παρευρεθείς» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
γαλλοτραφείς
- άλλη μορφή του γαλλοτραφής
- ※ Ποτέ άλλοτε τόσοι πολλοί -γαλλοτραφέντες- διανοούμενοι στριμωγμένοι στα λίγα τετραγωνικά του τηλεοπτικού τους παραθύρου, για τα λίγα λεπτά της τηλεοπτικής τους δημοσιότητας. (* εφημερίδα Καθημερινή, 2005/11/13)
Μεταφράσεις
γαλλοτραφείς
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.