βιβλίον

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

βιβλίον < αρχαία ελληνική βιβλίον

Ουσιαστικό

βιβλίον ουδέτερο

Συνώνυμα

Πηγές



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ βιβλίον τὰ βιβλί
      γενική τοῦ βιβλίου τῶν βιβλίων
      δοτική τῷ βιβλί τοῖς βιβλίοις
    αιτιατική τὸ βιβλίον τὰ βιβλί
     κλητική ! βιβλίον βιβλί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  βιβλίω
γεν-δοτ τοῖν  βιβλίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «τέκνον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

βιβλίον < βίβλ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -ίον < βύβλος < Βύβλος (πόλη της Φοινίκης, από όπου εισαγόταν κατεργασμένος πάπυρος) < χαναανικό G-B-L (Gubla), συγγενές με το εβραϊκό גבל (Gebal) και το αραβικό جبيل (λιβανοαραβικό Jbeil)

Ουσιαστικό

βιβλίον ουδέτερο

  1. μικρό βιβλίο
  2. επιστολή
  3. κύλινδρος

Συνώνυμα

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.