Μαραθώνας

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μαραθώνας οι Μαραθώνες
      γενική του Μαραθώνα
& Μαραθώνος
των Μαραθώνων
    αιτιατική τον Μαραθώνα τους Μαραθώνες
     κλητική Μαραθώνα Μαραθώνες
Η γενική ενικού Μαραθώνος, λόγια και για ονομασίες οδών.
Δείτε και την αρχαία κλίση του Μαραθών.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μαραθώνας < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Μαραθών < μάραθον[1] [2] < προελληνική [2]

Προφορά

ΔΦΑ : /ma.ɾaˈθo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μαραθώνας

Κύριο όνομα

Η θέση του Μαραθώνα

Μαραθώνας αρσενικό

  • (πόλη, ιστορία) δήμος της Αττικής, γνωστός για την αρχαία μάχη που δόθηκε εκεί και για την παράδοση του αγωνίσματος του Μαραθωνίου

Συγγενικά

Μεταφράσεις

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
  2. Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 12.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.