Μαραθώνια

Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τὰ Μαραθώνι
      γενική τῶν Μαραθωνίων
      δοτική τοῖς Μαραθωνίοις
    αιτιατική τὰ Μαραθώνι
     κλητική ! Μαραθώνι
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μαραθώνια < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου Μαραθώνιος στον πληθυντικό

Κύριο όνομα

Μαραθώνια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • (αθλητισμός) αγώνες προς τιμήν της νίκης των Αθηναίων στον Μαραθώνα

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.