Μάιρα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Μάιρα | οι | Μάιρες |
| γενική | της | Μάιρας | — | |
| αιτιατική | τη | Μάιρα | τις | Μάιρες |
| κλητική | Μάιρα | Μάιρες | ||
| Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο. Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
| Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- 1. Μάιρα < ενδεχομένως χαϊδευτικό του Μαρία, κατά το αγγλικό όνομα Myra
- 2. Μάιρα < μεταγραφή για την αγγλική Myra, πιθανόν αναγραμματισμός του Mary (Μαρία, Μαίρη)
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈma.i.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μά‐ι‐ρα
- παρώνυμα: Νάιρα, νάιρα
Κύριο όνομα
Μάιρα θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- ※ Η Μάιρα Παπαθανασοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1967. Σπούδασε Γερμανική Φιλολογία και εργάζεται ως μεταφράστρια. Το 1998 κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο, το μυθιστόρημα Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα, το οποίο πολύ γρήγορα κατέκτησε την πρώτη θέση στον πίνακα των μπεστ σέλερ […].
- Συνέντευξη της Μάιρας Παπαθανασοπούλου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη, Βακχικόν, αρ. 39· πρόσβαση: 2023-09-17.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.