Θερμοπύλες

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Θερμοπύλες
      γενική των Θερμοπυλών
    αιτιατική τις Θερμοπύλες
     κλητική Θερμοπύλες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Θερμοπύλες < αρχαία ελληνική Θερμοπύλαι < θερμο- + πύλαι[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /θeɾ.moˈpi.les/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Θερμοπύλες

Κύριο όνομα

Θερμοπύλες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. (ιστορία) πέρασμα μεταξύ του Καλλίδρομου και του Μαλλιακού κόλπου όπου το 480 π.Χ. έγινε η ομώνυμη μάχη μεταξύ των τριακοσίων ανδρών του Σπαρτιάτη Λεωνίδα και των Περσών
  2. χωριό της Φθιώτιδας
     συνώνυμα: Δρακοσπηλιά (πρώην ονομασία)

Συγγενικά

Εκφράσεις

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.