Ανγκόλα

Η σημαία της Ανγκόλας.

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ανγκόλα οι Ανγκόλες
      γενική της Ανγκόλας
    αιτιατική την Ανγκόλα τις Ανγκόλες
     κλητική Ανγκόλα Ανγκόλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η θέση της Ανγκόλας στην Αφρική.

Ετυμολογία

Ανγκόλα < πορτογαλική Angola < κιμπούντου n'gola (βασιλιάς)[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /aŋˈɡo.la/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ανγκόλα

Κύριο όνομα

Ανγκόλα θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Οι Πορτογάλοι, όταν αποίκησαν τη χώρα τον 16ο αιώνα, διαπίστωσαν ότι διοικούνταν από ένα σύστημα οργάνωσης των φυλών. Ο επικεφαλής κάθε φυλής έφερε τον τίτλο n'gola (ο βασιλιάς στη γλώσσα των Μπαντού).

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.