brazier

Αγγλικά (en)

      ενικός         πληθυντικός  
brazier braziers

Ετυμολογία 1

brazier < (άμεσο δάνειο) γαλλική brasier < μέση γαλλική braisier < παλαιά γαλλική brasier < brese < πρωτογερμανική *brasō (θράκα, αναμμένα κάρβουνα). (μαρτυρείται από το 1690 περίπου)[1][2]

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈbreɪ.zi.ər/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈbreɪ.ʒ.ɚ/ (ΗΠΑ)
τυπογραφικός συλλαβισμός: brazier

Ουσιαστικό

brazier (en)

  1. το μαγκάλι, η φουφού, μεταλλικός πύραυνος
  2. το μπάρμπεκιου

  • cresset

Ετυμολογία

brazier < (κληρονομημένο) μέση αγγλική brasier < brasen < αγγλοσαξονική brasian, bræsian. Μορφολογικά αναλύεται σε brass + -ier. (μαρτυρείται από το 14ο αιώνα)[1]

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
brazier braziers

brazier (en)

Αναφορές

  1. brazier - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
  2. brazier - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)

Πηγές

  • brazier - Cambridge Dictionary online
  • brazier - Dictionary.com. Λήμματα από διάφορα λεξικά για την αγγλική γλώσσα. © 2019 Dictionary.com, LLC
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.