μέση αγγλική
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
μέση αγγλική θηλυκό
- (γλώσσα) η μορφή της αγγλικής γλώσσας που μιλιόταν στην Αγγλία από την κατάκτηση των Νορμανδών το 1066 έως τον 15 αιώνα
- Κατηγορία:Αγγλοσαξονική γλώσσα (παλαιά αγγλική)
- Κατηγορία:Αγγλική γλώσσα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.