μέση γαλλική
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
μέση γαλλική θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (γλώσσα) που μιλιόταν στη Γαλλία και μερικές γειτονικές περιοχές της ανάμεσα στον 14ο και 16ο αιώνα. Στην εξέλιξη της γλώσσας, τοποθετείται ανάμεσα στα παλαιά γαλλικά (ή αρχαία γαλλική) και τη νέα γαλλική γλώσσα.
Μεταφράσεις
μέση γαλλική
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.