ἐπιφάνεια
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | ἐπιφάνειᾰ | αἱ | ἐπιφάνειαι |
| γενική | τῆς | ἐπιφανείᾱς | τῶν | ἐπιφανειῶν |
| δοτική | τῇ | ἐπιφανείᾳ | ταῖς | ἐπιφανείαις |
| αιτιατική | τὴν | ἐπιφάνειᾰν | τὰς | ἐπιφανείᾱς |
| κλητική ὦ! | ἐπιφάνειᾰ | ἐπιφάνειαι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἐπιφανείᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | ἐπιφανείαιν | ||
| 1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
ἐπιφάνεια θηλυκό
- λαμπρότητα, διάκριση, υπεροχή
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Ἀλκιβιάδης 1ος (ψευδεπίγραφο), 124c Platonis quae extant opera, τόμος 8, 1825
- ᾧ καὶ πιστεύων λέγω ὅτι ἡ ἐπιφάνεια δι᾽ οὐδενὸς ἄλλου σοι ἔσται ἢ δι᾽ ἐμοῦ.
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Δημοσθένης, Ἐρωτικός, Ἐρωτικός, Ed. Dindorf
- τὴν δ᾽ ἄλλην ἐπιφάνειαν τῆς σαυτοῦ φύσεως καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀνδρείαν ἐν τοῖς ἀγῶσι μάλιστ᾽ ἐνεδείξω.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Ἀλκιβιάδης 1ος (ψευδεπίγραφο), 124c Platonis quae extant opera, τόμος 8, 1825
- (γεωμετρία) η επιφάνεια
- ※ Εὐκλείδης Στοιχεῖα, 1. Euclidis Elementorum sex libri priores, 1825
- ἐπιφάνεια δέ ἐστιν, ὃ μῆκος καὶ πλάτος μόνον ἔχει. ἐπιφανείας δὲ πέρατα γραμμαί. ἐπίπεδος ἐπιφάνειά ἐστιν, ἥτις ἐξ ἴσου ταῖς ἐφ᾽ ἑαυτῆς εὐθείαις κεῖται
- ※ Εὐκλείδης Στοιχεῖα, 1. Euclidis Elementorum sex libri priores, 1825
- (ελληνιστική σημασία) θεϊκή παρουσία, εμφάνιση
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Θεμιστοκλής, 30.6 @greek-language-gr
- διαφυγὼν δὲ τὸν κίνδυνον οὕτω καὶ θαυμάσας τὴν ἐπιφάνειαν τῆς θεοῦ ναὸν κατεσκεύασεν ἐν Μαγνησίᾳ Δινδυμήνης καὶ τὴν θυγατέρα Μνησιπτολέμαν ἱέρειαν ἀπέδειξεν.
- ΣτΕ: για το όραμα του Θεμιστοκλή που τον ειδοποίησε στον ύπνο του για κινδυνο η Ρέα ή η Κυβέλη, η «μητέρα των θεών», όπως αναφέρει.
- διαφυγὼν δὲ τὸν κίνδυνον οὕτω καὶ θαυμάσας τὴν ἐπιφάνειαν τῆς θεοῦ ναὸν κατεσκεύασεν ἐν Μαγνησίᾳ Δινδυμήνης καὶ τὴν θυγατέρα Μνησιπτολέμαν ἱέρειαν ἀπέδειξεν.
- ※ 2ος κε αιώνας ⌘ Καινή Διαθήκη, Προς Τιμόθεον Β, 1.10
- φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ Ἰησοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Θεμιστοκλής, 30.6 @greek-language-gr
- (ελληνιστική σημασία) μέτωπο στρατού, επίθεση στρατού, εμφάνιση στρατού ξαφνική
- ἐπιφάνια
Παράγωγα
- τά Ἐπιφάνεια
Πηγές
- ἐπιφάνεια - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐπιφάνεια - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.